Ένα φθινοπωρινό απόγευμα του 2012, είχα ξεμείνει στο γραφείο μου στην Ε.ΡΑ. Όπως συνήθιζα άλλωστε, μετά τις «Ροκ συναναστροφές» στο Δεύτερο… Λίγο πριν είχα γνωριστεί -δεν έχει μεγάλη σημασία ο τρόπος- με έναν πολύ ενδιαφέροντα τύπο, που κουβέντα στην κουβέντα όταν έμαθε ότι γράφω και βιβλία μου είπε: «Αυτό που έζησα εγώ φίλε να δεις πώς μοιάζει με βιβλίο!».
Κι εγώ τότε με περιέργεια τον προέτρεψα: «Έλα λοιπόν, πες μου την ιστορία σου!»
Φύγαμε αργά το βράδυ, αλλά μέχρι τότε, ο μετέπειτα φίλος μου Νίκος Πιτσούλης, μου είχε διηγηθεί όλη την προσωπική του περιπέτεια. Το μπλέξιμο του με τα δομημένα ομόλογα της Lehman Brothers, το σοκ αλλά και τη χαμένη ελπίδα από το κραχ της Αμερικής. Και μετά, πώς κινητοποίησε μαζί με μερικούς ακόμα, τους περισσότερους από δύο χιλιάδες Έλληνες που εξαπατήθηκαν. Την αναμέτρηση τους με τις τράπεζες και την αφοσίωση του σε μια υπόθεση που εξ αρχής φαινόταν χαμένη. Όλη αυτή η διαδρομή τους καθώς και πολλές από τις λεπτομέρειες συζητήθηκαν ξανά και ξανά με μερικούς ακόμα από τους πρωταγωνιστές της ιστορίας. Αποτελώντας ένα είδος ιδιότυπου «ρεπορτάζ», που πλάι στη μυθοπλασία, έδωσε το αποτέλεσμα που διαβάζετε.
Εμπνευσμένο λοιπόν από μια πραγματική ιστορία, αυτό το «μυθιστορηματικό ντοκιμαντέρ», ασχολείται κυρίως με την δυνατότητα ή όχι του απλού πολίτη να υπερασπιστεί το δίκιο του. Αλλά και την ανάγκη κοινωνικής δικαιοσύνης και συλλογικότητας κόντρα σε αυτό τον ολοένα συνεχιζόμενο εκφυλισμό των αληθινών αξιών της ζωής. Όλα ξεκινούν από μια φαινομενικά σαφή δικαστική διένεξη που θα αποκαλύψει στην εξέλιξη της, σύνθετα ζητήματα πολιτισμού και δημοκρατίας.
Φυσικά, την όποια σχέση προσώπων ή καταστάσεων της ιστορίας με την πραγματικότητα, ο καλοπροαίρετος αναγνώστης θα πρέπει να την αποδώσει σε σύμπτωση. Ή έστω στην…ικανότητα του γράφοντος να προσδίδει αληθοφάνεια σε φανταστικά γεγονότα.